ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΝΩΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ – ΤΟΠΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΝΟΜΟΥ
ΞΑΝΘΗ
Διεύθυνση | ΝΕΣΤΟΥ 2α |
ΤΚ |
67100 |
Πόλη | ΞΑΝΘΗ |
Τηλ |
|
Fax | 2541084146 |
Ιστοσελίδα | |
info@ipa.xan.gr |
Την 30-03-2022 συνήλθε το Δ.Σ. και συγκροτήθηκε σε σώμα ,ως παρακάτω:
Διοικητικό Συμβούλιο
Ελεγκτική Επιτροπή
1. | Πρόεδρος: ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ | Ιωάννης |
2. | Μέλος: ΠΕΤΡΙΔΗΣ | Στέφανος |
3. Μέλος: ΡΗΓΑΚΗΣ Γεώργιος
|
Η Ξάνθη είναι πόλη της Θράκης στη Βόρεια Ελλάδα. Αποτελεί την πρωτεύουσα της ομώνυμης Περιφερειακής Ενότητας και την έδρα του ομώνυμου Δήμου. Υπάγεται διοικητικά στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Ο πληθυσμός της πόλης ανέρχεται σε 58.760 μόνιμους κατοίκους σύμφωνα με την Απογραφή του 2021.[1] Βρίσκεται κτισμένη στις παρυφές του Αχλαδόβουνου και τη διαρρέει ο ποταμός Κόσυνθος. Είναι επίσης γνωστή και ως «Η πόλη με τα χίλια χρώματα» και «Κυρά κι αρχόντισσα της Θράκης». Ο πολιούχος της Ξάνθης είναι ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και η ημέρα της Αποτομής της Τίμιας Κεφαλής του στις 29 Αυγούστου είναι αργία για την πόλη.
Ιστορία
Αρχαίοι χρόνοι
Για το όνομα της πόλης υπάρχουν δύο απόψεις: η πρώτη, πως Ξάνθη ονομαζόταν μία από τις κόρες του Ωκεανού και της Τηθύος και η δεύτερη, πως προέρχεται από μία αμαζόνα που είχε το όνομα Ξάνθη και βασίλευε τότε στην περιοχή. Κατά μία άλλη εκδοχή, η ονομασία της πόλης προέρχεται από ένα άλογο του Διομήδη, τον Ξάνθο.
Ιστορικά, η περιοχή κατοικείται από τους Νεολιθικούς χρόνους, όπως μαρτυρούν και τα αρχαιολογικά ευρήματα που αποκαλύφθηκαν στην πεδιάδα της Ξάνθης. Από τον 11ο π.Χ. αιώνα άρχισε η εγκατάσταση των θρακικών φυλών.
Σχολή Δοκίμων Αστυφυλάκων
Ιδρύθηκε με το Π.Δ. 321/94 και λειτούργησε για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1996. Εδρεύει στην Ξάνθη, στο 2ο χλμ. Ε.Ο. Ξάνθης – Καβάλας. Οι κτηριακές εγκαταστάσεις βρίσκονται σε οικόπεδο συνολικής έκτασης 16 στρεμμάτων, όπου δύνανται να εκπαιδευτούν έως 500 άτομα.
Αξιοθέατα
Οι Καπναποθήκες
Η περιοχή των καπναποθηκών – ένα σημαντικό σε έκταση και αξία τμήμα της πόλης – είναι συνδεδεμένη άμεσα με την οικονομική άνθηση της Ξάνθης. Σώζεται σε ικανοποιητικό βαθμό ως πολεοδομικός ιστός και ως κτηριακό απόθεμα και αποτελεί ένα από τα καλύτερα υφιστάμενα σύνολα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Τα κτήρια είναι δημιουργήματα του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα και αποτελούν έξοχα δείγματα αρχιτεκτονικής, ορισμένα από αυτά μοναδικά και για τον ευρωπαϊκό χώρο.
Οι καπναποθήκες ήταν χτισμένες στον κάμπο, στα νοτιοανατολικά της Παλιάς Πόλης, και αποτελούσαν ιδιαίτερη συνοικία, διαχωρισμένη σαφώς από την κεντρική περιοχή εμπορίου και την περιοχή κατοικίας της αστικής τάξης.
Η περιοχή βρισκόταν κοντά σε υπεραστικούς άξονες οδικής και σιδηροδρομικής (από το 1891) κυκλοφορίας και κυρίως κοντά στον άξονα που συνέδεε την Ξάνθη με τη Γενισέα. Σε χαμηλό υψόμετρο, συχνά πλημμυρισμένη και υγρή, ήταν ακατάλληλη περιοχή κατοικίας, ευνοϊκή όμως εξαιτίας της σύστασης του εδάφους της για την κατασκευή ημιυπόγειων χώρων, απαραίτητων στη λειτουργία των καπναποθηκών
Σήμερα η περιοχή των καπναποθηκών βρίσκεται στις παρυφές του κέντρου, κοντά στην πλατεία Ελευθερίας και οριοθετείται από τις οδούς Δημοκρίτου, Μιχαήλ Καραολή, Ελπίδος, Μπρωκούμη, Γεωργίου Κονδύλη, Ναυαρίνου, Έλλης και Λευκίππου.
Τα κτήρια των καπναποθηκών που διασώζονται, αθροίζονται σε 57, από τα οποία τα 27 είναι εγκαταλειμμένα, ενώ τα 30 λειτουργούν με νέες χρήσεις (ως αποθηκευτικοί χώροι 9 κτήρια, ως εργαστήρια κυρίως επίπλων και κουφωμάτων 17 κτήρια, ενώ 5 απ’ αυτά στεγάζουν πολιτιστικές δραστηριότητες και δραστηριότητες αναψυχής).
Οι πρώτες καπναποθήκες εμφανίστηκαν μετά το 1860 και ήταν μονώροφες, υλοποιήθηκαν με παραδοσιακές μεθόδους και υλικά και βασίστηκαν στη χρήση τοπικών μορφολογικών στοιχείων και ορισμένες φορές νεοκλασικών μοτίβων. Ο κτηριακός όγκος αυτών των καπναποθηκών είναι συνήθως απλός, ορθογωνικός, με επίπεδες όψεις, διάτρητες από τα εν σειρά ανοίγματα, και επικαλύπτεται με απλή τετράριχτη στέγη. Στο τέλος του 19ου αιώνα κτίστηκαν καπναποθήκες πολύ μεγαλύτερες από τις παλιότερες, ομοίως από ξύλο και πέτρα. Κύρια χαρακτηριστικά τους αποτέλεσε η συμμετρία στην οργάνωση της όψης και της κάτοψης, η αξονική προσπέλαση, ο τονισμός της κεντρικής εισόδου και η κυριαρχία της πρόσοψης, το αυστηρό γεωμετρικό περίγραμμα και η σαφήνεια του κτηριακού όγκου, το μεγάλο ύψος, το στηθαίο που αποκρύπτει την απόληξη της δίρριχτης στέγης και σχηματίζει συχνά ημικυκλικά ή τριγωνικά αετώματα.[21]
Το Ρολόι
Ο Πύργος του Ρολογιού ήταν χτισμένος σε επαφή με το ανύπαρκτο σήμερα κεντρικό τέμενος του οικισμού (Γιερί Παζάρ Τζαμισί), τονίζοντας την είσοδό του. Κτίσθηκε ως αφιέρωμα στην πόλη από τον εντόπιο πλούσιο αριστοκράτη Χατζή Εμίν Αγά, το 1870, με παραδοσιακή μορφή. Το 1934 ανακαινίσθηκε σε ύφος art deco. Το ύψος του φτάνει τα 20,5 μέτρα.
Το κτίσμα αποτελεί μνημείο της ιστορικής αλλαγής των παραγωγικών σχέσεων στη συγκεκριμένη περιοχή της πόλης, στα τέλη του 19ου αιώνα, με την εμφάνιση της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας και της νέας αντίληψης του χρόνου που επιβλήθηκε σ’ αυτήν.
Ο Πύργος και το τέμενος αποτελούσαν μέρος της μνημειακής διαμόρφωσης του ισλαμικού κέντρου (κουλλιγιέ) της πόλης, γύρω από την πλατεία της υπαίθριας αγοράς (σημερινή Κεντρική Πλατεία), μετά την ανάδειξη της Ξάνθης σε πρωτεύουσα ομώνυμης Περιφέρειας (Καζά) το 1870. Τα υπόλοιπα κτήρια του κουλλιγιέ ήταν το ιεροσπουδαστήριο, το χαμάμ, το κτήριο της έδρας του Καϊμακάμη (Έπαρχου), το Δημαρχείο και το πτωχοκομείο (ιμαρέτ).
Στο κέντρο περίπου της πλατείας, όπως ήταν διαμορφωμένη τότε, υπήρχε μνημειώδης κρήνη για το τελετουργικό πλύσιμο των πιστών (απτέστ), πριν την είσοδό τους στο παρακείμενο τέμενος για την προσευχή. Η πλατεία ήταν ο χώρος της εβδομαδιαίας αγοράς (παζάρι) και δυτικά της, μέσα στον περίβολο του τεμένους Γιερί Παζάρ, υπήρχε ισλαμικό νεκροταφείο.
Ο Πύργος του Ρολογιού αποτελεί το σήμα κατατεθέν της πόλης ενώ το 2014 χαρακτηρίστηκε ομόφωνα μνημείο από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων.
Η Παλιά Πόλη
Ως σημαντικότερο σημείο της πόλης θεωρείται η Παλιά Πόλη. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Ξάνθης αποτελώντας τον ιστορικό της πυρήνα και καλύπτει έκταση 380.000τ.μ.. Χτισμένη σε ύψωμα, κρατώντας την παραδοσιακή μορφή της, σαγηνεύει τους επισκέπτες αλλά και τους κατοίκους της, κάθε φορά που περπατάνε στα σοκάκια της. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραδοσιακούς οικισμούς της Ελλάδας, που έχει μείνει ανεπηρέαστος από τη φθορά του χρόνου και διατηρεί την αρχοντιά και τη μεγαλοπρέπειά του.
Η Παλιά Πόλη της Ξάνθης άρχισε να ξαναχτίζεται το 1830 μετά από δύο σεισμούς το 1829. Ήκμασε στα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου, περίοδος κατά την οποία γνώρισε ακμή το καπνεμπόριο με το οποίο ασχολούνταν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της. Χαρακτηριστικό της ακμής και της ευρωπαϊκής πορείας που ακολούθησε η Ξάνθη, είναι τα 4 προξενεία (Ιταλικό, Αυστροουγγαρίας, Γαλλικό και Ελληνικό) που έδρευαν στην πόλη, ενώ υπήρχαν ακόμα τράπεζες, εμπορικό επιμελητήριο, ασφαλιστικά γραφεία, καμπαρέ, 2 κινηματογράφοι, ένα θέατρο, 150 καταστήματα, 50 χάνια, λέσχες, σωματεία, σύλλογοι και βέβαια, καπνεργοστάσια.
Στα αρχοντικά κατοικούσαν κυρίως καπνέμποροι, που ζούσαν ζωή μεγαλοαστική, με τα ιδιωτικά τους ιππήλατα αμάξια, τους θυρωρούς, τοιχογραφίες στα σπίτια τους φιλοτεχνημένες από τεχνίτες από την Ευρώπη, όπως και με επίπλωση φερμένη από την Ευρώπη. Στα άλλα σπίτια κατοικούσαν οι καπνεργάτες αλλά και οι Ξανθιώτες της αστικής τάξης (έμποροι, βιοτέχνες, επαγγελματίες).
Η Παλιά Πόλη της Ξάνθης παρουσιάζει μεγάλη ιστορική αξία. Χαρακτηρίστηκε παραδοσιακός οικισμός το 1976 και είναι ένα από τα καλύτερα διατηρημένα αρχιτεκτονικά σύνολα σε όλη τη Μακεδονία και Θράκη. Αρχοντικά και κατοικίες εργατών διασώζονται χάρη σε νόμο που ψηφίστηκε το 1994 και απαγορεύει οποιαδήποτε εξωτερική επέμβαση στις κατοικίες. Η εκλεκτικιστική αρχιτεκτονική, η Μπελ Επόκ, οι επιδράσεις από την Ιταλική Αναγέννηση, τον Γερμανικό Ρομαντισμό και τον Ελληνικό Νεοκλασικισμό διαχέονται από τη μια άκρη στην άλλη. Ο επισκέπτης στην Παλιά Πόλη περπατώντας στα πλακόστρωτα δρομάκια της θα θαυμάσει τα αριστοτεχνικά οικήματα της θρησκείας, της παιδείας και της τέχνης. Πλατείες μικρές που θυμίζουν αλλοτινές εποχές, κτίσματα που αφηγούνται την ιστορία της πόλης. Όλα αποπνέουν την αίσθηση του πλούτου και της όμορφης ζωής που πέρασαν όσοι έζησαν εδώ τους περασμένους αιώνες. Το οδοιπορικό στην Παλιά Πόλη απαιτεί αρκετό χρόνο για να απολαύσει κανείς το μεγαλείο και τη λιτή ομορφιά του χώρου.
Η Ξάνθη και κυρίως η Παλιά Πόλη επελέγησαν κατά καιρούς για να πραγματοποιηθούν τα γυρίσματα σκηνών από διάφορες σειρές της τηλεόρασης όπως: Μη Μου Λες Αντίο (2004-ANT1), Αρχιπέλαγος (2004-ALPHA), Μαζί Σου (2007-MEGA), Ματωμένα Χώματα (2008-ALPHA), Το Κόκκινο Ποτάμι (2019,2022-OPEN), Ποίος Ήτον ο Φονεύς του Αδελφού Μου (2021-ΕΡΤ), αλλά και από ταινίες του κινηματογράφο όπως: Ο Θίασος (1975), Αυτή Η Νύχτα Μένει (1999), Ζίζοτεκ (2019).[23]
Η Πλατεία Μητροπόλεως
Η Πλατεία Μητροπόλεως θεωρείται το κέντρο του παραδοσιακού οικισμού της παλιάς Ξάνθης, γύρω από την οποία υπάρχουν τα σημαντικότερα κτίσματα και στην οποία καταλήγουν οι βασικοί οδικοί άξονες. Στην Πλατεία Μητροπόλεως δεσπόζει ο Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, πολιούχου της πόλης, ο οποίος ανοικοδομήθηκε το 1839 χάρη στις προσπάθειες του Μητροπολίτη Ευγενίου και είναι τρίκλιτη βασιλική με τριώροφο καμπαναριό. Πρόκειται για λιθόκτιστο μονώροφο κτήριο με περίτεχνη ξυλοκατασκευή στη στέγη. Δίπλα από τον ναό βρίσκεται το Μητροπολιτικό Μέγαρο, το οποίο κτίστηκε το 1897 και ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική του δομή. Στεγάζει τα γραφεία της Ιεράς Μητρόπολης Ξάνθης και Περιθεωρίου και είναι συνολικής επιφάνειας 675 τ.μ. τριγυρισμένο από κήπο με κυπαρίσσια. Στην πλατεία βρίσκεται επίσης το Α’ Δημοτικό Σχολείο, κτισμένο από τον καπνέμπορο Μιχαήλ Μεταξά Ματσίνη το 1840. Μέχρι το 1870 λειτούργησε ως Παρθεναγωγείο. Στην πλατεία Μητροπόλεως βρίσκεται επίσης και το Στάλιο Νηπιαγωγείο, που χτίστηκε το 1881 από τον Παναγιώτη Στάλιο έναν από τους μεγαλύτερους καπνέμπορους και οικονομικά ισχυρούς πολίτες της Ξάνθης. Πρόκειται για ένα κομψό κτίσμα σε σχέδια Ιταλού αρχιτέκτονα με νεοαναγεννησιακά πρότυπα.
Η Πλατεία Μητροπόλεως αποτελεί την κεντρική σκηνή των κυριοτέρων εκδηλώσεων κατά την περίοδο των Γιορτών Παλιάς Πόλης.
Το Παζάρι
Η ιστορία του παζαριού της Ξάνθης, χάνεται στα χρόνια της Οθωμανικής περιόδου. Ξεδιπλώνεται μέσα από τις πολλές και λεπτομερείς διηγήσεις των παλαιοτέρων καθώς και των ταξιδιωτών στη Θράκη, με τις πρώτες από αυτές να απαντώνται στον 15ο αιώνα. Μέσα από διάφορες μαρτυρίες, φαίνεται πως τα δομικά στοιχεία του παζαριού ανά τους αιώνες παρέμειναν ίδια. Άλλαξαν κατά περιόδους τα είδη των εμπορευμάτων, καθώς υπήρξε περίοδος που λειτουργούσε ως ζωαγορά και άλλη ως αγορά των παραγωγών οπωροκηπευτικών. Άλλαξαν επίσης η ημέρα και η τοποθεσία, καθώς μέχρι το 1920 το παζάρι γινόταν στη σημερινή κεντρική πλατεία, κάθε Κυριακή.
Το παζάρι της Ξάνθης σήμερα, είναι ένας από τους πιο σημαντικούς χώρους ανάπτυξης της υπαίθριας εμπορικής δραστηριότητας στη Βόρεια Ελλάδα. Γίνεται κάθε Σάββατο στην πλατεία Εμπορίου, από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το μεσημέρι. Στους πάγκους θα βρει κανείς ό,τι μπορεί να χρειάζεται ένα νοικοκυριό, από φρέσκα φρούτα και λαχανικά, ρούχα, παπούτσια μέχρι είδη υγιεινής και οικιακής χρήσης, κεντήματα, χαλιά, βότανα και μπαχαρικά. Προσελκύει όλο το χρόνο χιλιάδες επισκέπτες. Τουρίστες από τις βαλκανικές χώρες και κυρίως από τη γειτονική Βουλγαρία έρχονται όλο το χρόνο, ενώ ημερήσιες εκδρομές πραγματοποιούνται κάθε Σάββατο από τους όμορους νομούς αλλά και γενικότερα από νομούς της Βόρειας Ελλάδος. Η αρμονική συνύπαρξη Χριστιανών, Μουσουλμάνων, Ρομά και παλλινοστούντων εμπόρων και πελατών, συνθέτουν ένα ενδιαφέρον ανθρωπογεωγραφικό ψηφιδωτό.
Ιερές Μονές
- Ιερά Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Βρίσκεται βορειοδυτικά της πόλης της Ξάνθης σε υψόμετρο 150 περίπου μέτρων μέσα σε δάσος από ακακίες και πεύκα, κάτω ακριβώς από τη βυζαντινή ακρόπολη της πόλεως, με την οποία φαίνεται ότι ήταν ανέκαθεν συνδεδεμένη.[24] Στον χώρο της λειτουργεί η Εκκλησιαστική Σχολή της Ξάνθης.
- Ιερά Μονή Παναγίας Καλαμούς. Βρίσκεται βόρεια της Ξάνθης σε υψόμετρο 170 μέτρων και η ιστορία της ξεκινά από τη βυζαντινή εποχή της εικονομαχίας. Αξιόλογη είναι η φορητή εικόνα της Παναγίας της Καλαμιώτισσας, το όνομα της οποίας οφείλεται στο γεγονός πως η θαυματουργή αυτή εικόνα, βρέθηκε ανάμεσα στις καλαμιές στις όχθες του ποταμού Κόσυνθου. Πανηγυρίζει στις 23 Αυγούστου.
- Ιερά Μονή Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας. Θεμελιώθηκε πριν από τους σεισμούς του 1829, που ισοπέδωσαν μεγάλο τμήμα της. Το 1841 ανακαινίστηκε. Στεγάζει το Εκκλησιαστικό Μουσείο με πολύ αξιόλογες φορητές εικόνες. Πανηγυρίζει στις 15 Αυγούστου.
Οι Ιερές Μονές των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και της Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας είναι ανδρώες ενώ η Ιερά Μονή της Παναγίας Καλαμούς είναι γυναικεία. Η παράδοση λέει πως τα τρία αυτά μοναστήρια μαζί με το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου στο Πόρτο Λάγος, σχηματίζουν έναν Σταυρό, ο οποίος προστατεύει την πόλη από τις καταστροφές.
- Ιερά Μονή της Αγίας Ειρήνης. Χτίστηκε το 1972 πάνω σε λόφο, απέναντι από το Στρατιωτικό Νοσοκομείο στα βορειοανατολικά της πόλης. Πρόκειται για γυναικεία μονή και στον χώρο της λειτουργεί το Ιεραποστολικό Κέντρο «Αγία Ειρήνη», στο οποίο φιλοξενούνται ορφανά παιδιά από την Παλαιστίνη.
Μουσεία
Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο Ξάνθης
Ιδρύθηκε το 1975 από τη Φιλοπρόοδη Ένωση Ξάνθης (Φ.Ε.Ξ.) και στεγάζεται στο αρχοντικό Κουγιουμτζόγλου, στην παλιά πόλη της Ξάνθης. Το κτήριο, έκθεμα και το ίδιο, αποτελεί ιστορική μαρτυρία για την κοινωνική και οικονομική ζωή μιας πόλης που άκμασε στις αρχές του 20ού αιώνα. Αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα μιας συγκεκριμένης τυπολογίας κατοικιών που ξεκίνησαν να οικοδομούνται στην πόλη της Ξάνθης από το 1830 και μετά. Βρίσκεται στη βορεινή πλευρά του λόφου, πάνω στον οποίο είναι κτισμένη η παλιά πόλη της Ξάνθης, λίγα μέτρα πιο κάτω από την Πλατεία Μητροπόλεως. Το κτήριο αυτό καθεαυτό, χαρακτηρίζεται από την ορθογώνια κατασκευή του και είναι χωρισμένο σε δύο πανομοιότυπες κατοικίες. Κάθε μία έχει τη δική της ανεξάρτητη είσοδο, δύο ορόφους και ένα ημιυπόγειο και δίριχτη, κατά μήκος του κτηρίου, στέγη με κεραμίδια. Οι μόνιμες συλλογές συντηρήθηκαν με την, κατά 80%, συνδρομή των ευεργετών. Σήμερα, φιλοξενούνται εκθέσεις που παρουσιάζουν στοιχεία από τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο, την κοινωνική, οικονομική, θρησκευτική ζωή της πόλης και της υπαίθρου των αρχών του 20ού αιώνα. Παράλληλα, λειτουργούν εργαστήρια και εκπαιδευτικά προγράμματα που δίνουν το στίγμα της νέας δημιουργίας στην πόλη. Το Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο Ξάνθης είναι το ίδρυμα που απέκτησε, συντήρησε και ερευνά τα στοιχεία της νεότερης ιστορίας της πόλης.
Εκκλησιαστικό Μουσείο Ιεράς Μητροπόλεως Ξάνθης
Το Εκκλησιαστικό Μουσείο της Ιεράς Μητροπόλεως Ξάνθης και Περιθωρίου στεγάζεται στην ανατολική πτέρυγα της Μονής Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας, βορειοανατολικά της Ξάνθης. Η συλλογή του μουσείου συστάθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 από τον τότε Μητροπολίτη Ξάνθης Αντώνιο. Εκθέματα του μουσείου αποτελούν οι συλλογές από φορητές εικόνες, αργυρά λειτουργικά σκεύη, χειρόγραφα και έντυπα λειτουργικά βιβλία, αλλά και από κεντημένα λειτουργικά υφάσματα, καθώς και ξυλόγλυπτα. Τα εκθέματα χρονολογούνται από το τέλος της Βυζαντινής περιόδου μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα και παρουσιάζουν ένα πανόραμα της ιστορίας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης στην περιοχή της Θράκης.
Δημοτική Πινακοθήκη Ξάνθης «Χρήστος Παυλίδης»
Η Δημοτική Πινακοθήκη της Ξάνθης στεγάζεται στο αρχοντικό Καλεύρα η οικοδόμηση του οποίου τοποθετείται στα μέσα του περασμένου αιώνα. Αποτελεί ένα από τα εξαιρετικότερα δείγματα Δυτικομακεδονικής – Ηπειρωτικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα τα ξυλόγλυπτα ταβάνια, που είναι μοναδικά στην περιοχή. Βρίσκεται σε ένα από τα κεντρικότερα σημεία της Παλιάς Πόλης και από το 1993 είναι ιδιοκτησία του Δήμου. Η Δημοτική Πινακοθήκη ιδρύθηκε το 1997 και φέρει το όνομα «Χρήστος Παυλίδης» προς τιμήν του Ξανθιώτη ζωγράφου, 60 έργα από την προσωπική συλλογή του οποίου έγιναν δωρεά από τον ίδιο και την οικογένειά του και εκτίθενται σε μόνιμη βάση στον 1ο όροφο του κτηρίου. Οι δύο όροφοι του συμπεριλαμβανομένου και ενός ημιυπόγειου χώρου καλύπτουν επιφάνεια 675 τ.μ. και στη μόνιμη έκθεσή τους φιλοξενούν έργα ζωγράφων της πόλης. Επιπλέον, στον ίδιο χώρο φιλοξενούνται άλλες περιοδικές εκθέσεις.
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας
Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Ξάνθης, βρίσκεται στο παλιό χώρο του δασικού φυτωρίου, το οποίο δημιουργήθηκε από το Δασαρχείο Ξάνθης. Είναι στεγασμένο σε ένα πλούσια διακοσμημένο κτήριο και εκτίθενται μέσα χαρακτηριστικά δείγματα της χλωρίδας και της πανίδας του Νομού, καθώς και πετρώματα της ευρύτερης περιοχής. Η είσοδος του μουσείου, φτιαγμένη με πωρόλιθο και ασβεστόλιθο, εντυπωσιάζει και δίνει στον επισκέπτη την αίσθηση πως μπαίνει σε σπηλιά. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το εσωτερικό, όπου βρίσκονται ταριχευμένα πάνω από 80 είδη ζώων της περιοχής: αρκούδες, λύκοι, όρνια, αετοί, αγριόγατες, ερπετά και δεκάδες άλλα.
Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης
Το Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης είναι ένας μη κυβερνητικός και μη κερδοσκοπικός φορέας που δραστηριοποιείται στον χώρο του πολιτισμού και της εκπαίδευσης. Ιδρύθηκε το 1998 με πρωτοβουλία της κυρίας Βιργινίας Τσουδερού αποβλέποντας στην ευρύτερη ανάδειξη του πολιτισμικού κεφαλαίου της περιοχής, με παράλληλη ανάπτυξη υποδομών και ανθρώπινου δυναμικού. Στο διάστημα λειτουργίας του, εξελίχθηκε σε πρότυπο πολιτισμικής οντότητας με την αξιοποίηση, υποδειγματική αναστήλωση και διαχείριση διατηρητέων μνημείων, με ιστορικό και αισθητικό ενδιαφέρον, της βιομηχανικής κληρονομιάς.
Οι ποικίλες δράσεις του Ιδρύματος (μονάδα συντήρησης πολιτιστικών τεκμηρίων, τμήματα εκπαίδευσης, εκθέσεις, διαλέξεις) στεγάζονται σε συγκροτήματα της περιοχής των καπναποθηκών με συνολική έκταση στην παρούσα φάση πλέον των 2.000 τ.μ.. Επίσης, σχεδιάζεται η αποκατάσταση του περιβλήματος και η μερική εσωτερική διαρρύθμιση των εσωτερικών χώρων της Καπναποθήκης «Π», επί της οδού Καπνεργατών. Οι εκθέσεις καταξιωμένων καλλιτεχνών, οι διαλέξεις διακεκριμένων ομιλητών, οι συναυλίες, τα πολυθεματικά σεμινάρια, οι ευκαιρίες ανάδειξης και προβολής Θρακιωτών δημιουργών, οι οργανωμένες παρεμβάσεις σε μειονεκτούσες πληθυσμιακές ομάδες, οι δραστηριότητες βασισμένες σε επεξεργασμένες παιδαγωγικές παρεμβάσεις, το εμπλουτισμένο μαθησιακό περιβάλλον και οι παράλληλες δράσεις στα τμήματα εκπαίδευσης, προσδιορίζουν την ταυτότητα του Ιδρύματος. Στόχος των δράσεων είναι η προαγωγή της πολιτισμικής μνήμης, η δημιουργική έκφραση της φαντασίας, η ανάπτυξη της κριτικής και αναστοχαστικής σκέψης, η διάδοση των τοπικών παραδόσεων και του πολιτισμού σε όλη τη Θράκη, η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και η δημιουργία πολιτισμικού κεφαλαίου. Το Ίδρυμα, παρά τη δυσμενή οικονομική συγκυρία, συνεχίζει τις δράσεις του, αποτελώντας σημείο αναφοράς για τον πολιτισμό και την παράδοση στην πόλη της Ξάνθης, αλλά και ευρύτερα στη Θράκη.
Μουσείο Ιστορίας της Ελληνικής Ενδυμασίας
Το Μουσείο Ιστορίας της Ελληνικής Ενδυμασίας ιδρύθηκε το 2009 και στεγάζεται σε ένα αναπαλαιωμένο παραδοσιακό κτήριο εξαιρετικής αρχιτεκτονικής με νεοκλασικό διάκοσμο, το οποίο ανήκει στο Λύκειο Ελληνίδων Ξάνθης. Εκθέματα του Μουσείου είναι η περιουσία του συλλόγου στα 40 και πλέον χρόνια από την ίδρυσή του: παραδοσιακές φορεσιές με έμφαση σ’ αυτή της Θράκης, αυθεντικές ή πιστά αντίγραφα μαζί με τα κοσμήματά τους, που καλύπτουν μια περίοδο από τον 15ο αιώνα μέχρι σήμερα. Σκοπός του μουσείου είναι η ανάδειξη και η προβολή της πλούσιας ελληνικής φορεσιάς.
Μουσείο Καπνού
Το κτήριο που θα στεγασθεί το Μουσείο Καπνού Ξάνθης είναι ιδιοκτησίας της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και από το 1992 έχει χαρακτηρισθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού ως έργο τέχνης και ιστορικά διατηρητέο μνημείο. Τον Απρίλιο του 2001 καταστράφηκε από εμπρησμό, αλλά με προσπάθειες του Νομαρχιακού Διαμερίσματος Ξάνθης προχώρησε και ολοκληρώθηκε η Α’ φάση αποκατάστασης του κτηρίου. Στη συνέχεια ξεκίνησε η εκπόνηση ειδικής μελέτης εφαρμογής (αρχιτεκτονικής εσωτερικών χώρων, φωτισμού, ηλεκτρισμού κ.λπ.) ώστε το κτήριο να μετατραπεί σε εκθεσιακό χώρο. Η μελέτη αυτή δεν ολοκληρώθηκε και το 2013 συνεχίστηκε αφού εξασφαλίστηκαν οι πιστώσεις. Η ειδική μελέτη εφαρμογής είναι τώρα στη φάση ολοκλήρωσής της παράλληλα με την έκδοση οικοδομικής άδειας. Συγχρόνως μέσω προγραμματικής σύμβασης με το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης για την εκπόνηση του ερευνητικού προγράμματος με τίτλο «Συγκρότηση Συλλογής και Μουσειολογική-Μουσειογραφική έρευνα-μελέτη για το Μουσείο Καπνού Ξάνθης». Το Μουσείο Καπνού θα έχει ως στόχο την ανάδειξη της κοινωνικής ζωής της Ξάνθης και των ανθρώπων της, όπως αυτά συνδέονται με την καλλιέργεια, την παραγωγή, την επεξεργασία και την εμπορία του καπνού. Η λειτουργία του δε θα έχει ως στόχο την απλή παρουσίαση εκθεσιακών τεκμηρίων, αλλά την αναζήτηση, πίσω από αυτά, ιστοριών που ζωντανεύουν και ενεργοποιούν τη συλλογική μνήμη των κατοίκων της Ξάνθης και τη φαντασία των επισκεπτών της.
Πολυχώρος Τέχνης και Σκέψης «Οικία Μάνου Χατζιδάκι»
Στολίδι της Παλιάς πόλης της Ξάνθης αποτελεί το σπίτι του Έλληνα μουσικοσυνθέτη Μάνου Χατζιδάκι. Μετράει 130 χρόνια ζωής, κατά τη διάρκεια των οποίων κατάφερε να βγει αλώβητο από πολέμους και πυρκαγιές. Εκεί, από το 1925 ως το 1932, ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης έκανε τα πρώτα του βήματα στη ζωή και τη μουσική. Στο πιάνο, που υπήρχε στον χώρο, έκανε τα πρώτα του μαθήματα με τη διεθνούς φήμης Αρμένισσα δασκάλα πιάνου, Άννα Αλτουνιάν. Το αρχοντικό οικοδομήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα την περίοδο ακμής της πόλης, την «Μπελ Επόκ» της Ξάνθης, που με επίκεντρο τον καπνό η πόλη έγινε διεθνές κέντρο παραγωγής και διαμετακομιστικού εμπορίου. Η θέση του κτηρίου είναι σημαντική καθώς προβάλλεται σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της πόλης, την οδό Βενιζέλου, ορίζοντας μαζί και με άλλα γειτονικά κτήρια το όριο μεταξύ του ιστορικού κέντρου της πόλης και του νεότερου τμήματός της. Πρόκειται για κτήριο εξαιρετικά μεγάλων διαστάσεων, το οποίο αναπτύσσεται σε τέσσερις στάθμες. Η συνολική επιφάνεια του κτηρίου είναι 1.492 τ.μ. και είναι ιδιοκτησία της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης αποκαλύφθηκαν πολύ σημαντικές τοιχογραφίες και οροφογραφίες στο εσωτερικό του κτηρίου. Η ποιότητα του ζωγραφικού διακόσμου, καταδεικνύει ότι φιλοτεχνήθηκε από σημαντικά συνεργεία καλλιτεχνών. Τα στοιχεία των ζωγραφικών παραστάσεων ακολουθούν και τονίζουν τις διατάξεις των χώρων, κλασσικό στοιχείο της γαλλικής τεχνοτροπίας (18ος – 19ος αιώνας).
Ιδιοκτήτης του κτηρίου ήταν ο Εβραίος Ισαάκ Ντανιέλ, γνωστός στην Ξάνθη και ως Σαρκούτσος. Η οικογένεια Ντανιέλ, τα μέλη της οποίας κατάγονταν από τις Σέρρες, ήταν η σημαντικότερη εβραϊκή οικογένεια στο καπνεμπόριο και στις τραπεζικές εργασίες στην Ξάνθη μέχρι το τέλος της Οθωμανικής περιόδου. Επιπλέον, ο Ισαάκ Ντανιέλ ασχολούνταν με ασφάλειες ζωής και πυρός, αντιπροσωπεύοντας την εταιρεία Union de Paris ενώ παράλληλα ήταν και έμπορος καπνών σε φύλλα. Λόγω του μεγέθους και της επιβλητικότητας του αρχοντικού, αποκαλείτο από τους Ξανθιώτες «La Grande Maison». Η κατοικία του ήταν στον πρώτο και δεύτερο όροφο ενώ στο ισόγειο ήταν το γραφείο του καθώς και καταστήματα προς ενοικίαση. Το μέγαρο μετά τον θάνατο του Ισαάκ Ντανιέλ το 1924, περιέρχεται στους κληρονόμους του, οι οποίοι το νοικιάζουν. Ο Γεώργιος Χατζιδάκις, πατέρας του Μάνου, νοίκιασε το 1925 τον δεύτερο όροφο. Το 1932 το κτήριο και τα οικόπεδα κατάσχονται από το Ελληνικό Δημόσιο, λόγω χρεών από φόρους κληρονομιάς. Το κτήριο χρησιμοποιήθηκε από το 1932 μέχρι το 1941 από την Οικονομική Εφορεία Ξάνθης και έτσι πήρε το όνομα «Μέγαρο Δημοσίων Οικονομικών». Τον Απρίλιο του 1945 το κτήριο κατελήφθη από τον Ελληνικό Στρατό και χρησιμοποιήθηκε έως το 2000 για διάφορες στρατιωτικές υπηρεσίες μένοντας γνωστό ως Φρουραρχείο Ξάνθης. Στη συνέχεια περιήλθε στη Νομαρχία Ξάνθης, αναπαλαιώθηκε εξαιρετικά και λειτουργεί πλέον ως Πολυχώρος τέχνης και σκέψης.