Στο καθ’όλα άνετο και επιβλητικό Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως έλαβε χώρα η Εναρκτήρια τελετή του 16ου Πανελληνίου Συνεδρίου.
Με την παρουσία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως, Τραϊανουπόλεως και Σαμοθράκης κ.κ. ΑΝΘΙΜΟΥ, εννέα (9) Μητροπολιτών και Ιεραρχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου, του Νομάρχου Έβρου, βουλευτών, του Δημάρχου Αλε-ξανδρυπόλεως, του Δ/του της 4ης Στρατιάς, του Δ/τού Μηχαν. Μεραχίας, του Γεν. Επιθεωρητού Αστυνομίας Αν. Μακεδονίας και Θράκης, εκπροσώπων των Δικαστικών, Πανεπιστημιακών, και λοιπών αρχών της πόλεως στο κατάμεστο Πνευματικό Κέντρο, άρχισε η Α’ Μέρα του Πανελληνί ου Συνεδρίου μας με τον Εθνικό Ύμνο, από τη Χορωδία του Ενοριακού Κέντρου Ι.Ν. Αγ. Κυριακής Αλεξανδρουπόλεως, υπό τη διεύθυνση του καθηγητού κ. Βασ. ΓΡΕΝΔΑ. Η ανωτέρω χορωδία συνέχισε με τραγούδια της Θράκης, καταχειροκροτηθείσα από το πολυπληθές ακροατήριο.
Ο Πρόεδρος της οργανώτριας Τ.Δ. Αλεξανδρουπόλεως κ. Νικ. ΝΤΟΥΣΚΑΣ στην προσφώνηση του τόνισε:
“Παναγιώτατε, το 16ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Δ.Ε.Α. που αρχίζει σήμερα εδώ στην Αλεξανδρούπολη λάμπει από την παρουσία σας και φωτίζεται από την Αγιότητα σας.
Οι αρχές αυτής της πόλης, ο κόσμος της, οι Έλληνες Αστυνομικοί, η ταπεινότης μου, σκύβουμε ευλαβικά εμπρός σας και φιλούμε με ρίγος το Σήμα σας.
Η μοναδική παγκόσμια Οργάνωση Αστυνομικών χωρίς διακρίσεις βαθμού, γλώσσας, φυλής, θρησκείας, χωρίς συνδικαλιστικές ή πολιτικές επιδιώξεις είναι απόψε εδώ για να κτίσει και να υπηρετήσει ξανά την ιδέα μια φιλίας χωρίς σύνορα. Το 16ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Δ.Ε.Α. απόψε χαιρετίζει τα μέλη, τους φίλους και τους ακριβούς του καλεσμένους εδώ στο Βορειοανατολικότερο άκρο της Ελλάδας. Εδώ στην Αλεξανδρούπολη, σε μια ανοιξιάτικη στιγμή, σε μια καινούργια αφετηρία στις σχέσεις πολίτη και Αστυνομίας, σ’ενα κομβικό σημείο για τους γύρω πολιτισμούς, σε μια νέα πορεία με τη γείτονα – φίλη Τουρκία που και για τους δύο λαούς κρύβει πιστεύουμε μιαν αναγέννηση.
Εδώ απόψε ας δούμε όλα εκείνα που μας ενώνουν, όλα εκείνα που μπορούν να δώσουν μία νέα δημιουργική μορφή στα προβλήματα, σης αναζητήσεις μας και στις προτεραιότητες τις προσωπικές, τις επαγγελματικές , τις ηθικές μας!!!
Σας καλωσορίζω όλους στην Αλεξανδρούπολη της θάλασσας. Εδώ που οι άνθρωποι από διαφορετικές φυλές και θρησκείες καταφέρνουν και ζουν ειρηνικά, ευτυχισμένα, απολαμβάνοντας δημοκρατία, ισονομία, μόρφωση, δείγματα πολιτισμού.
Καλωσορίζω εσάς που από την Ελληνική Αστυνομία ζητάτε ασφάλεια, κατανόηση, επικοινωνία. Καλοσωρίζω όλους τους φίλους – συναδέλφους από το εξωτερικό. Καλωσορίζω εξαιρετικά του εκπροσώπους των Τούρκων αστυνομικών που με ιδιαίτερη χαρά έχουμε κοντά μας και στων οποίων τη συνεργασία προσβλέπουμε για την πάταξη του εγκλήματος στις δύο χώρες μας και ιδιαίτερα στη συνοριακή μας γραμμή.
Η Διεθνής Ένωση Αστυνομικών που ιδρύθηκε το 1950 στην Αγγλία έχει Εθνικά Τμήματα σε 62 χώρες του κόσμου και 300.000 μέλη παγκοσμίως. Παναγιώτατε!… σκεπαστέ με την αγάπη σας, τις ευχές σας, τις προσευχές σας – τις αξίες που αποτελούν το σκελετό της δύσκολης εργασίας μας.
Η απαστράπτουσα προσωπικότητα σας, η ειρηνική σας παρουσία και σκέψη ας μας συντροφεύει πάντοτε. Από τ’άγια χώματα του Φαναριού να προσεύχεστε πάντοτε για μας τους μικρούς που καθημερινά προσπαθούμε να επιτελέσουμε το υψηλό μας καθήκον και σαν στοργικός πατέρας ακουμπίστε πάνω μας το άγιο σας χέρι σε όλους εμάς που ανεξάρτητα από φυλή, θρησκεία και χρώμα πιστεύουμε στον ένα και μοναδικό θεό που απλώς έχει για τον καθένα διαφορετικό όνομα.
Σας ευχαριστώ όλους για την παρουσία σας κοντά μας. Σας ευχαριστώ θερμά για τα φιλικά σας αισθήματα. Εύχομαι σ’όλους μαζί και στον καθένα ξεχωριστά προσωπική και οικογενειακή πρόοδο, με τις πιο θερμές μου ελπίδες για επιτυχία στις εργασίες του Συνεδρίου μας. Ευχαριστώ θερμά!”.
Προσφωνήσεις επίσης απηύθυναν ο Νομάρχης Έβρου κ. Γεώργιος ΝΤΟΛΙΟΣ, ο Δήμαρχος Αλεξανδρουπόλεως κ. Τριαντ. ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΗΣ, ο Γεν. Επιθεωρητής Αοτυν. Αν. Μακεδονίας – Θράκης κ. Νικ. ΖΑΠΑΡΤΙΔΗΣ, ως εκπρόσωπος του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας κ. Ιωάν. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ και ο Διεθνής Πρόεδρος της Ενώσεως μας και Πρόεδρος του Εθν. Τμήματος Κύπρου κ. Μιχάλης ΟΔΥΣΣΕΩΣ.
Ακολούθως ανέβηκε στο βήμα ο Πρόεδρος του Εθν. Τμήματος κ. Κων. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑ-ΝΤΙΝΟΥ, ο οποίος στην ομιλία του τόνισε:
“Παναγιώτατε Μεγάλη χαρά πλημμυρίζει τις καρδιές μας, διότι τύχη αγαθή, σφροδό μας πόθο, σε γεγονός μεγάλο μεταβάλλει η εκ μέρους Σας αποδοχή της προσκλήσεως μας να παρίστασθε σήμερα εδώ στην όμορφη Αλεξανδρούπολη για να ευλογήσετε και κηρύξετε την έναρξη των εργασιών του 16ου Πανελληνίου Συνεδρίου μας παρουσία Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών, του Περιφερειάρχου Ανατ. Μακεδονίας – Θράκης, του εκπροσώπου του Υπουργ. Δημ. Τάξεως, Γεν. Επιθεωρητού Αστυνομίας, εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδ/σε-ως, Δικαστικών – Πολιτικών και Στρατιωτικών Αρχών και εκ μέρους της Διεθνούς Εώσεως μας η παρουσία του Διεθνούς Προέδρου της, εκπροσώπων των Εθν. Τμημάτων Γερμανίας, Κύπρου, Βουλγαρίας, Ρουμανίας και Τουρκίας, ως και συνέδρων, παρατηρητών και μελών από όλες τις Τοπικές Διοικήσεις της Ελλάδος.
Αυτή η σπάνια συγκυρία που των ενιαυτών το πέρασμα δίνει στη φετεινή χρονιά, έτσι ώστε και της πρόσκαιρης ζωής μας προνόμιο να λογαριάζεται, αλλά και με ξεχωριστή ιδιαιτερότητα τα γεγονότα του παρελθόντος να αξιολογεί, είναι ότι το 2000 αποτελεί το ιωβηλαίο έτος της Διεθνούς Ενώσεως Αστυνομικών.
Το 1950, λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ένας ιδεαλιστής Αστυνομικός απ’το Linconshire ο Άγγλος Αρχιφύλακας Arthur ΤRΟΟΡ μετουσίωνε σε πράξη το όρομά του για την ίδρυση ενός Οργανισμού που έμελλε ν’ αγκαλιάσει τους αστυνομικούς σε όλο τον κόσμο.
Ήταν τότε νωπές οι τραγικές συνέπειες του πολέμου. Γι’αυτό και το Καταστατικό μας στηρίχθηκε σε αρχές άνω θρώσκουσες, παγκόσμιας εμβέλειας, σημασίας και αξίας, σ’αυτές τις ίδιες αρχές που καθορίσθηκαν στη Διεθνή Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και υιοθετήθηκαν το 1948 από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.
Αργότερα η Διεθνής Ένωση μας έγινε μέλος του Κοινωνικού και Οικονομικού Συμβουλίου του ΟΗΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Στα πενήντα αυτά χρόνια ύπαρξης της η ΔΕΑ απλώθηκε σε περισσότερες από 60 χώρες όλων των Ηπείρων, αριθμώντας πάνω από 300.000 μέλη. Με την πολύμορφη δραστηριότητα της η ΔΕΑ επιδιώκει μεταξύ άλλων τη δημιουργία σχέσεων φιλίας και την ανάπτυξη πνεύματος αλληλεγγύης αμοιβαίας εξυπηρετήσεως και βοηθείας μεταξύ των αστυνομικών σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα.
Μέσο έξοχο και υπέροχο με το οποίο υλοποιούνται οι ανωτέρω σκοποί είναι η αγάπη. Και πως πρέπει να λειτουργεί ο άνθρωπος με γνώμονα την αγάπη, μας διδάσκει με άφθαστη γλαφυρότητα λόγου και περιεκτικότητα εννοιών ο Απόστολος Παύλος των Εθνών στην προς Κορινθίους Α’ επιστολή του.
Αλλά η αγάπη, ως έννοια, αρετή και συναίσθημα θείας δωρεάς, δεν μπορεί να τεθεί σε όρια ταξικών κοινωνικών προσδιορισμών με συνέπεια περιχαρακώσεις και αποκλεισμούς.
Έτσι εμείς οι Έλληνες αστυνομικοί διακονούντες στον αρχέγονο αυτό κοινωνικό θεσμό, εμπνεόμενοι και από τα ιδεώδη της Ενώσεως μας, προσπαθούμε όχι μόνο να καλλιεργούμε τους ανωτέρω δεσμούς μεταξύ μας, αλλά συγχρόνως να αναπτύσσουμε, με οδηγό και μέσο την αγάπη, σχέσεις κατανοήσεως, εξυπηρετήσεως και συμπαραστάσεως προς όλους τους συνανθρώπους μας στον κοινωνικό μας περίγυρο.
Πως είναι δυνατόν άλλωστε να ορίζεσαι, να προστατεύεις τους πολίτες της χώρας ευσυνειδήτως και ευόρ-κως αν δεν τους αγαπάς. Πριν μερικά χρόνια στην Κω Παναγιώτατε αξιώθηκα να πάρω μέρος στην επίσημη υποδοχή και τις εκδηλώσεις προς τιμή Σας κατά την περιοδεία Σας στα Δωδεκάνησα.
Εκεί είχα την ευτυχία και εξαιρετική τιμή να σας προσφέρω εκ μέρους του Δ.Σ. της Ενώσεως μας πλακέτα με την οποία εκδηλώναμε τον βαθύτατο σεβασμό μας και ζητούσαμε τις ευλογίες Σας για την ευόδωση του έργου μας.
Από τότε έχετε δεχθεί και άλλες παρόμοιες εκδηλώσεις σεβασμού και αγάπης από εκπροσώπους Τοπικών μας Διοικήσεων στις περιοχές των οποίων περιοδεύσατε. Πράξεις απέριττου συμβολισμού, χαριτωμένη έκφρα- ση της ψυχής και της καρδιάς μας που η καλώ-σύνη και προσήνειά Σας επιτρέπει και δέχεται. Ενθυμούμαι Παναγιώτατε ότι στο επίσημο γεύμα, εν μέσω υψηλών παρακαθημένων επισήμων, ευρήκατε το χρόνο να με καλέσετε πλησίον Σας και ζητήσατε πληροφορίες για την Ένωση μας, εκδηλώνοντας ζωηρό ενδιαφέρον για την ύπαρξη και δραστηριότητα της.
Και έμεινα έκπληκτος ακούοντάς Σας να παραλληλίζετε το θείας πνοής και οικονομίας έργον του Οικουμενικού Πατριαρχείου με αυτό της Διεθνούς Ενώσεως μας, διότι όπως τονίσατε, εργάζονται ομοίως για την επικράτηση επί της γης της αγάπης και της ειρήνης.
Ευχαριστούμε Παναγιώτατε και ομολογούμε πως η φραστική αυτή υπερβολή Σας αποτελεί για μας υπέροχο εγκώμιο, που όμως μας επιφορτίζει με την υποχρέωση καλλίτεροι να γινόμαστε, να μην μωρανθούμε και χάσουμε την ηθική μας δύναμη, αλλά να παραμένουμε ισχυροί για να βαστάζουμε τα ασθενήματα των αδυνάτων.
Οι 15.000 αστυνομικοί μέλη μας μέσα από τις πολλές και ποικίλες σε έμπνευση και πρωτοβουλία αξιόλογες δραστηριότητες των 50 Τοπικών Διοικήσεων της Ενώσεως μας σε όλη την Ελλάδα, προσπαθούν και κατορθώνουν να γίνονται σκαπανείς και πρωτοπόροι σε έργα ευποιίας, κοινωνικής ευαισθησίας και προσφοράς. Οι εκδηλώσεις μας, κοινωνικού, πολιτιστικού, φιλανθρωπικού, οικολογικού – περιβαλλοντικού, αθλητικού ή ψυχολογικού χαρακτήρα, αποτελούν γεγονότα μεγάλης κοινωνικής απήχησης και αναγνώρισης.
Με τις εκδηλώσεις αυτές δίνεται η δυνατότητα στον επιφορτισμένο με πολλές αρμοδιότητες καταναγκαστικού χαρακτήρα αστυνομικό, να αναδείξει τον αστυνομικό άνθρωπο και τις ευαισθησίες του με πειστικά θετικό ενδιαφέρον για τα προβλήματα των συνανθρώπων του στον κοινωνικό περίγυρο, αναβαθμίζοντας έτσι ποιοτικά τις σχέσεις και τους δεσμούς αστυνομικού – πολίτη.
Παναγιώτατε, θέλουμε στη ζωή μας να ζηλούμε τα χαρίσματα τα κρείτονα. Να τα αποκτούμε με τη βοήθεια του μόνου έξοχου, υπέροχου και θεόδοτου μέσου της αγάπης και να τα εξαντλούμε στην υπηρεσία της πατρίδας, των πολιτών και συνανθρώπων μας.
Οι προσευχές και ευλογίες Σας, θα είναι για μας στηρίγματα και οδηγός και ενίσχυμα μέγα. Παναγιώτατε ευλογείτε”.
Ακολούθως απηύθυναν χαιρετισμούς ο Νομάρχης Έβρου κ. Γεώργ. ΝΤΟΛΙΟΣ, ο Δήμαρχος Αλεξανδρουπόλεως κ. Τριαντ. ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΗΣ, ο Γεν. Επιθεωρητής Αστυν. Αν. Μακεδονίας – Θράκης κ. Νικ. ΖΑΠΑΡΤΙΔΗΣ και ο Διεθνής Πρόεδρος της Δ.Ε.Α. κ. Μιχάλης ΟΔΥΣΣΕΩΣ.
Μετά το τέλος των ομιλιών παρεκλήθη ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ να κηρύξει την έναρξη των εργασιών του 16ου Πανελληνίου Συνεδρίου.
Ο Παναγιώτατος απηύθυνε τον ακόλουθο χαιρετισμό:
“Iερωτάτε Μητροπολίτα Αλελαξανδρουπόλεως και αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ κύριε Άνθιμε, εντιμότατε κύριε Πρόεδρε και αγαπητοί σύνεδροι του Πανελληνίου Συνεδρίου του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Ενώσεως Αστυνομικών, Εξο-χώτατοι, Εντιμότατοι, φίλοι ακροαταί, Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά. Εγκάρδιον απευθύνομεν χαιρετισμόν προς απαντάς τους αστυνομικούς, τους επιφορτισμένους με την τήρησιν της κοινωνικής τάξεως και την προστασίαν της κοινωνίας από των εγκληματικών και αντικοινωνικών πράξεων.
Γνωρίζομεν ότι η Διεθνής Ένωσις Αστυνομικών και το Ελληνικό Τμήμα της, συμφώνως προς τους καταστατικούς αυτής κανόνας, διαπνέεται υπό υψηλών ανθρωπιστικών ιδανικών. Και βεβαίως επαινούμεν δια τούτο την Ένωσιν και ευχόμεθα όπως τα μέλη αυτής γενικώς αι ανά τον κόσμον αστυνομικοί δυνάμεις προσεγγίζουν κατά δύναμιν εν τη καθ’ημέραν πράξει τα ιδανικά αυτά προς ευεργε-τικήν συμπαράστασιν εις τον άνθρωπον.
Αυτή η συμπαράστασις επιτυγχανομένη αποτελεί την τιμήν και δόξαν του Αστυνομικού Σώμα-τος. Γνωρίζομεν επί πλέον την ανάγκην και τα θετικά αποτελέσματα της συνεργασίας των ανθρώπων επί διεθνούς επιπέδου εις πολλούς τομείς.
Η συνεργασία εις τον αστυνομικον τομέα, υπόθεσις περίπλοκος και πολύ ευαίσθητος, υπάγεται εις την αρμοδιότητα των εξειδικευμένων υπηρεσιών και των εχόντων την προς τούτο πολιτικήν ευθύνην.
Η Ένωσίς σας δεν αποβλέπει εις υπηρεσιακούς σκοπούς, αλλά εις την δημιουργίαν πνεύματος αλληλεγγύης, φιλαλληλίας, αμοιβαίας κατανοήσεως και αδελφωσύνης μεταξύ όλων των αστυνομικών. Η ικανοποίησις της ανθρωπινής αυτής ανάγκης καθίσταται σήμερον πλέον επιτακτική.
Διότι η υπερβολική μηχανοποίησις της κοινωνικής ζωής δια των συγρόνων συστημάτων της πληροφορικής, της μηχανοργανώσεως και της ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων, επηρεάζει δυσμενώς και εις μεγάλον αριθμόν απροσωποποιεί τας ανθρωπινός σχέσεις και υποβαθμίζει τα αισθήματα, τα οποία και ομορφαίνουν την ζωήν. Η απειλή της μηχανοποιήσεως της προσωπικής ζωής του ανθρώπου επιβάλλει την ανάπτυξιν προσωπικών σχέσεων, ως επιδιώκεται και υπό της υμετέρας Ενώσεως Αστυνομικών.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία ημών, έχουσα πλήρη επίγνωσιν της ιερότητας του ανθρωπίνου προσώπου, ως εικόνος του θεού, αλλά και του γεγονότος ότι εις την σημερινην ατομικιστικην εποχήν, το πλέον απαραίτητον είναι η καλλιέργεια των φιλικών ανθρωπίνων αλτρουιστικών σχέσεων, επευλογεί τοιαύτας κινήσεις, ως η της Ενώσεως σας, και ευελπιστεί ότι οι φέροντες εν προκειμένω τας ευθύνας θα μεριμνήσουν επαρκώς δια την υπο-στήριξιν αυτής.
Δια τους ανωτέρω και πολλούς άλλους λόγους, τους οποίους καλύτεροι πάντων υμείς οι αστυνομικοί γνωρίζετε, προσλαμβάνει σταθερώς αύξουσαν σημασίαν ο βαθμός αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ του αστυνομικού και της κοινωνίας, την οποία υπηρετεί.
Η κοινωνία συνολικώς αλλά και έκαστος πολίτης απαιτεί σεβασμον και κατανόησιν από τον αστυνομικον. Ακόμη και ο παραβάτης απαιτεί συμπάθειαν και γίνεται πλέον ευάγωγος όταν τυγχάνει αξιοπρεπούς και συμπαθούς μεταχειρίσεως.
Έχει όμως παραλλήλως και ο αστυνομικός δικαίωμα να αναμένη και να αξιωνη σεβασμον του προσώπου και του έργου αυτού εκ μέρους των ατόμων και του κοινωνικού συνόλου. Αλλ’ αυτός επέρχεται επ’ αμοιβαιότητι, διότι το πρώτον αίσθημα του πολίτου έναντι του αστυνομικού είναι ο φόβος.
Δια να μετατροπή εις σεβασμον και συμπάθειαν, πρέπει ο αστυνομικός, οσάκις είναι δυνατόν, να εκδηλώνη το ανθρώπινον πρόσωπον του. Διότι του προς τον αστυνομικον σεβασμού του κοινού προηγείται το ανωτερον ήθος και η φιλάνθρωπος διάθεσις αυτού, δηλαδή η εκτέλεσις και του πλέον σκληρού καθήκοντος με πνεύμα συμπαθείας προς τον θιγόμενον, γεγονός το οποίον συνιστά τον αυτοσεβασμόν του αστυνομικού. Και αυτός ο αυτοσεβασμός είναι συνάρτησις και καρπός πολλών παραγόντων.
Προέχουν δε μεταξύ αυτών αϊ εσωτερικοί δυνάμεις, ο πλούτος των δεξιοτήτων και των αρετών, το ανώτερον, ως ελέχθη, ήθος και η φιλάνθρωπος διάθεσις αυτού, αίτινες οπλίζουν την ψυχήν, τονώνουν το φρόνημα, φωτίζουν την σκέψιν, ευαισθητοποιούν την συνείδησιν.
Δια τον σεβασμόν και τον αυτοσεβασμόν απαιτείται επί πλέον επαγγελματική κατάρτισις και επάρκεια, ανάλογος προς τας απαιτήσεις της δυσχερούς αποστολής του αστυνομικού. Είναι γνωστόν ότι αϊ τοιαύται απαιτήσεις γίνονται καθ’ημέραν μεγαλύτεροι. Διότι μεταβάλλονται ραγδαίως τόσον αϊ κοινωνικοί συνθήκαι, όσον και η φύσις, η μορφή και η έντασις των παρεκτροπών του ανθρώπου και δη και η διεθνής διάρθρωσις των δομών της ανομίας.
Ουδέν επάγγελμα δύναται πλέον να αρκήται εις πρότυπα στατικά, εις μεθόδους παρωχημένος. Επί πλέον δε βεβαίως και εξασφάλισις των οικονομικών και λοιπών όρων αξιοπρεπούς διαβιώσεως και ανεπηρέαστου εκτελέσεως της υψηλής αποστολής εκείνων, εις τους οποίους εμπιστεύεται η κοινωνία την έννομον τάξιν και την ασφάλειαν της ζωής και άλλων ουσιωδών αγαθών του ανθρώπου. Εις το σημείον τούτο είναι ανάγκη, όπως διευ-κρινήσωμεν καίριόν τι ζήτημα, εκ της ορθής αντιλήψεως του οποίου μεγάλως εξαρτάται ο σεβασμός και αυτοσεβασμός, περί του οποίου ομιλήσαμεν προηγουμένως, καθώς και η εν γένει εκτί-μησις της εν τη κοινωνία θέσεως και της αποστολής του αστυνομικού. Κατά το ανθρώπινον κρίνοντες τα της εννόμου συνταγματικής τάξεως του δημοκρατικού πολιτεύματος, λέγομεν συνήθως, ότι πάσα εξουσία από του λαού παρέχεται και εις την υπηρεσίαν του λαού αποβλέπει.
Γνωρίζομεν, εν τούτοις, οι χριστιανοί, ότι πέραν και υπεράνω των ανθρωπίνων κανόνων ευρίσκεται ο νόμος και η πρόνοια του θεού, προς τον Οποίον λογοδοτεί τελικώς πας όστις έχει και ασκεί εξουσίαν επί των ανθρώπων. Περί της εξουσίας ταύτης ομιλεί ο Απόστολος Παύλος εις την προς Ρωμαίους επιστολήν αυτού. Και αναγορεύει τους φορείς της εξουσίας εις διακόνους του θεού, γράφων μεταξύ άλλων:
Οι άρχοντες τουτέστιν οι την εξουσίαν έχοντες, προκαλούν φόβον εις τους εργαζομένους όχι το αγαθόν, αλλά το κακόν, θέλεις να μη φοβήσαι την εξουσία; “το αγαθόν ποίει” και η εξουσία θέλει επεναίσει σε. “θεού γαρ διάκονος εστί σοι ε/ς το αγαθόν” (Ρωμ.13,3-4). Φορείς εξουσίας είσθε και υμείς οι αστυνομικοί. Και εν τη ανωτέρω έννοια είσθε όχι μόνον φύλακες των νόμων του άστεως, αλλά πολύ πε-ρισσότερον διάκονοι αυτού του θεού. Οποία τιμή! Οποία ευθύνη! Ως διάκονοι του θεού καλείσθε, ίνα και υμείς, ως και πάντες οι αγαπώντες τον θεόν και σεβόμενοι την εικόνα Αυτού, τον άνθρωπον, αποβλέ-πητε εις το αγαθόν εν παντί.
Προς τούτο έχετε πρωτίστως ανάγκην του μεγάλου χαρίσματος της διακρίσεως, μάλιστα κατά την αντιμετώπισιν δι-λημματικών καταστάσεων και δυσδιάκριτων εκφάνσεων της ανθρωπινής αδυναμίας και τραγικότητας.
Προς την κατεύθυνσιν ενθαρρύνει ασφαλώς το λεκτικόν έμβλημα της Διεθνούς Ενώσεως Αστυνομικών “ΥΠΗΡΕΤΩ ΔΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ”. Επί πλέον και πέραν ταύτης, η φιλάνθρωπος παρά-δοσις του Γένους ημών των Ορθοδόξων Ελλήνων γνωρίζει καλώς, ότι ο ανθρώπινος νόμος, καίτοι κατά χρέος σεβαστός υπό πάντων, δεν καταργεί το έλεος, την ευσπλαχνίαν, την συμπάθειαν, την υπομονήν, την καρτερίαν, την κατανοήσιν, την αγάπην, ήτις εστί μέτρον πάντων.
Σημειούμεν, τέλος, ότι ως πάσα εξουσία, ούτω και εκείνη του αστυνομικού, υπόκειται βεβαίως και εις παντοίους πειρασμούς. Γνωρίζομεν δε οι πάντες, ότι και αστυνομικοί ελέγχονται ενίοτε δια κακήν χρήσιν ή υπέρβασιν της εξουσίας αυτών. Η θέσις σας είναι παρόμοια εκείνης ημών των κληρικών, των δικαστών, και άλλων ανθρώπων, από τους οποίους η κοινωνία αναμένει να είναι όχι μόνον κατ’ όνομα, αλλά και κατ’ ουσίαν αληθείς διδάσκαλοι και τηρηταί των πολιτειακών νόμων και των ηθικών κανόνων.
Δια τούτο και η κοινωνία, παρατηρούσα το αντίθετον, ευλόγως είναι εξαι-ρέτως αυστηρά και επικριτική. Συμβαίνει δε ατυχώς πολλάκις, το παράπτωμα του ενός γενικευό-μενον να πλήττη ολόκληρον, παραδείγματος χάριν, το αστυνομικόν σώμα, το δικαστικόν, το βουλευτικόν, ή εκείνο του ιερού κλήρου.
Ανάγκη, όθεν, όπως αγωνιζώμεθα μετά πολλής συνέσεως και προσοχής τον καλόν αγώνα και όπως παρα-καλώμεν τον θεόν να μας δίδη την δύναμιν να αντιμετωπίζωμεν όπως πρέπει τους πολλούς και σαγηνευτικούς πειρασμούς, τους οποίους αντιμετωπίζομεν κατά την άσκησιν του λειτουργήματος μας.
Ταύτα προτρεπόμενοι πατρικώς, συγχαίρομεν επί τη συγκλήσει του Συνεδρίου τούτου, απο-νέμομεν πάσι την πατρικήν ημών ευχήν και Πατριαρχική ευλογίαν και επικαλούμεθα εφ’ υμάς και επί τα έργα υμών τον φωτισμόν, την δΰναμιν και την χάριν του τας δυνάμεις του σκότους και τον θάνατον κατανικήσαντος και εκ νεκρών Ανα-στάντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Τούτου η χάρις και το πλούσιον έλεος είη μεθ’ υμών. Αμήν. Κατόπιν τούτων κηρύττω την έναρξιν των εργασιών του 16ου Πανελληνίου Συνεδρίου της Ενώσεως σας”.
Ακολούθως το βήμα κατέλαβε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως κ.κ. ΑΝΘΙΜΟΣ, ως κύριος ομιλητής της Α’ Ημέρας του Συνεδρίου με θέμα ” ΑΣΤΥΝΟΜΕΥΣΙΣ -ΠΟΙΝΑΙ – ΕΠΙΕΙΚΕΙΑ”:
“Παναγιώτατε, Σεβασμιώτατοι Ιεράρχαι, Κύριοι βουλευταί, Κύριε Γενικέ της Περιφερείας Αν. Μακεδονίας και Θράκης, Κύριοι Νομάρχαι, Κύριοι Δήμαρχοι, Στρατηγοί, Κυρίαι και Κύριοι Εντός της ατμοσφαίρας της πατρικής ευλογίας, της πνευματικής χαράς και της εκκλησιαστικής ευφροσύνης, ως εκ της επισκέψεως του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ εις την καθ’ ημάς Ιεράν Μητρό-πολιν Αλεξανδρουπόλεως, έχομεν και την ευχάριστον και ευπρόσδεκτον ουγκυρίαν του παρόντος Συνεδρίου της Διεθνούς Ενώσεως Αστυνομικών, του τελούντος υπό την ευθύνην του τοπικού Παραρτήματος της Αλεξανδρουπόλεως.
Κατ’ ακρίβειαν και δικαίαν κρίσιν η σύγκλησις του Συνεδρίου τούτου απετέλεσε την πρώτην και βασικήν αφορμήν της παρουσίας του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου εις την πάλιν μας, αφού το Προεδρείον της Ενώσεως προφορικώς και γραπτώς εζήτησε υιϊκώς δια του οικείου Επισκόπου, την παρουσίαν και την κατ’αυτήν ευλογίαν της Α.Θ.Π. εις το συγκαλούμενον Συνέδριον.
Η αφορμή αύτη εφερεν εις την επίφανειαν την από ικανού χρόνου ενυπάρχουσαν εύλογον και ευκταίαν αιτίαν, δια να προσκληθεί ο Παναγιώτατος εις την Ιεράν Μητρόπολιν Αλεξανδρουπόλεως, επί τω σκοπώ να επικοινωνήση μετά του πληρώματος της τοπικής Εκκλησίας μας και να προσφέ-ρη την πατρικήν ευλογίαν αυτού εις τον ιερόν κλήρον και τον ευσεβή λαόν μας.
Πιστεύομεν ότι πάντα ταύτα ανήκουν εις το θέλημα του Πανάγαθου θεού, εξ ου “παν δώρον τέλειον” εκπορεύεται επί πνευματική ωφελεία και οικοδομή του πιστεύοντας λαού. Τα αισθήματα της τιμής και του σεβασμού προς την ποιμένουσαν Εκκλησίαν, αλλά και η πατροπαράδοτος αγαθή συνεργασία των Αστυνομι- κών μετά της αγίας ημών Εκκλησίας, ώθησαν τους αρμοδίους του Συνεδρίου να ζητήσουν παρά της ταπεινότητας μου να είμαι ο ομιλητής κατά την παρούσαν επίσημον έναρξιν του Συνεδρίου.
Ερωτηθείς δια τον προσδιορισμόν του θέματος, έδωκα μετά τίνος ευκολίας τον τίτλον “Αστυνόμευσις – Ποιναί – Επιείκεια”. Ούτως ενεπλάκην εις ένα θέμα δυσχερές, ενδιαφέρον και περίπλοκον. Ευτυχώς ότι είναι και πρωτότυπον. Ευχάριστων λοιπόν, δια την παρεχομένην σήμερον ευκαιρίαν δηλώ ότι το θέμα τούτο το προσεγγίζω δια πρώτην φοράν και διευκρινίζω ότι η παρουσίασις εις τρεις ενότητας, αντιστοίχους προς τον τίτλον, θα είναι συνοπτική, περιεκτική και εύληπτος”.
Ο Σεβασμιώτατος έκανε μια εκτεταμένη ιστορική αναδρομή από την εποχή του Ομήρου, τας αρχαίας Αθήνας, την αρχαίαν Σπάρτην, τους Λατίνους, την Ρωμαϊκήν περίοδον και τας επομένας ιστορικός περιόδους της ενδόξου και περιλαλήτου Βυζαντινής Πολιτείας, την περίοδον της Τουρκοκρατίας και μετά την Ελληνική Επανάστασιν δια να περιγράψει την σημερινήν διάρθρωσιν της Ελληνικής Αστυνομίας.
“Η ιστορική αυτή ανασκόπησις και η ανάγλυφος παρουσίασις της Αστυνομεύσεως εις την χωράν μας και εις τον Ελλαδικόν χώρον ευρύτερον, αποδεικνύει εναργέστατα την μεγίστην αποστολήν της Αστυνομίας εν μέσω της κοινωνίας και το αδιάψευστον συμπέρασμα ότι όπου υπηρξεν ωργανωμένη κοινωνία ήτο εκ των πραγμάτων επιβεβλημένη και η ύπαρξις της Αστυνομίας.
Όσον δε η κοινωνία ενεφανίζετο σταθεροποιούμενη και εξελίσσετο εις σύγχρονοι μορφήν Πολιτείας, τόσον ο θεσμός της αστυνομικής εξουσίας διωργανούτο επί σταθερωτέρων νομικών βάσεων.
Ευνομούμενη Πολιτεία άνευ της Αστυνομίας είναι ανύπαρκτος. Εξ όλων αυτών επιβεβαιούται και ο κοινωνικός χαρακτήρ της Αστυνομίας, γεγονός το οποίον ανάγει αυτήν εις θεσμόν υψίστης σημασίας και προσφοράς προς τον άνθρωπον – πολίτην.
Η σοβαρότης της αποστολής και το αναντικατάστατον της αστυνομικής παρουσίας αποδεικνύεται και εκ του γεγονότος ότι η Πολιτεία έδωκεν εις την Αστυνομίαν το δικαίωμα να εκδίδη αστυνομικός διατάξεις και αστυνομικός διαταγάς. Αι αστυνομικοί διατάξεις είναι κανόνες δικαίου, αι δε αστυνομικοί διαταγαί διοικητικοί πράξεις. Και αι μεν και αϊ δε εις την σύγχρονον Πολιτείαν πρέπει να είναι έννομος διατακτική εξουσία, το οποίον σημαίνει, ότι η Αστυνομία άνευ εξουσιοδοτήσεως υπό του νόμου δεν δύναται να επιβάλη νέα καθήκοντα και νέας υποχρεώσεις.
Τα δικαστήρια δικαιούνται και υποχρεούνται να ελέγξουν, όχι την σκοπιμότητα, αλλά την νομιμότητα και την συνταγματικότητα των αστυνομικών διατάξεων. Ενταύθα κρίνομεν απαραίτητον να είπωμεν ότι η σημερινή Ελληνική Αστυνομία προήλθε εκ της συνενώσεως του ιστορικού και γενναίου σώματος της Ελληνικής Χωροφυλακής, η οποία αστυνόμευε τας επαρχίας και την ύπαιθροι/ χωράν, μετά της επίσης ιστορικής Αστυνομίας Πόλεων, δια λόγους τους οποίους έκρινεν η Ελληνική Πολιτεία.
Σοβαρότατον παράλληλον θέμα είναι το ζήτημα των ποινών εις βάρος των πολιτών, αφού η παρουσία των αστυνομικών οργάνων αποτελεί δια τοσς πταίοντας πολίτας απαρχήν πιθανής ποινής και τιμωρίας. Η ποινή είναι κακόν επιβαλλόμενον εις κάποιον δια κολάσιμον πράξιν.
Η ποινή έχει θεσπισθή υπό του Κράτους, προς διατήρησιν της αυθεντίας αυτού, ως ανταπόδοσις κατά του διαπράξαντος κάποιο αδίκημα. Κατά συνέπειαν ποινή δεν είναι ούτε η ποινική ρήτρα ούτε η πειθαρχική ποινή. Γεγονός είναι, εν τούτοις ότι εις την συνείδησιν των πολιτών, αϊ νόμιμαι πράξεις και ενέργειαι των αστυνομικών οργάνων κατ’αυτών, είναι δεσμευτικοί της απολύτου ελευθερίας των ή κατ’ ακρίβειαν της ασυδοσίας των.
Αλλα είναι ανάγκη να είπωμεν ότι όσον και αν είναι επαχθείς αϊ αστυνομικοί ενέργειαι κατά των παρανομούντων, τόσον αποδεικνύονται πολύτιμοι δια την κοινωνικήν ευταξίαν και ειρήνην. Η επιβολή των, εν είδει ποινών, αστυνομικών ενεργειών, όσον και αν είναι δυσάρεστος, είναι δικαιολογημένη δια την τήρησιν των αρχών του δικαίου, και της τάξεως και ταυτοχρόνως παιδαγωγική προς αποτροπήν μελλοντικών κακών στρεφομένων κατά της ευνομίας και της ηρεμίας της ζωής του κοινωνικού συνόλου.
Επειδή το έργον των αστυνομικών έχει άμεσον σχέσιν και αναφοράν προς τον άνθρωπον, το λογικόν και υπέροχον αυτό δημιούργημα του θεού Πατρός, υπέρ ου Χριστός απέθανε, είναι ευνόητον ότι ούτοι χρειάζονται ψυχικός αντιστάσεις και αρετάς εξ εκείνων τας οποίας διδάσκει το ιερόν Ευαγγέλιον και εβίωσαν εν τη πράξει οι κατηξιωμένοι άγιοι και όσιοι άνθρωποι της Εκκλησίας.
Εκ του ιερού πίνακας των αρετών και αποβλέποντες εις την υποβοήθησιν του έργου των αστυνομικών αδελφών μας, επιλέγομεν την αρετήν της επιεικείας, η οποία είναι υψίστης σημασίας για την εποικοδομητικήν ρύθμισιν των ανθρωπίνων σχέσεων και κυρίως δια την διορθωσιν δυσάρεστων περιστάσεων.
Δια της προβολής της αρετές της επιεικείας εν ουδεμία περιπτώσει υπονούμεν παράβασιν καθήκοντος υπό του αστυνομικού ή πλέον τούτου, παράβασιν των νόμων. Η επιείκεια χρησιμοποιεί την εξάντλησιν των ορίων ανοχής και την υποδειγματικήν προς τους πολίτας ευγένειαν, την διάκρισιν, την διαφώτισιν και την καλωσύνην.
Πρώτον την επ’αυτού διδασκαλίαν είχε διακηρύξει ο Απόστολος Παύλος. “Αδελφοί χαίρετε. Το επιεικές υμών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις, ο Κύριος εγγύς. Ενταύθα γίνεται υπόμνησις της επιεικείας την οποίαν θα χρειασθώμεν εκ μέρους του Αγίου θεού και πάντες οι ασκούντες δημόσια λειτουργήματα. Η επιείκεια είναι η δικαιοσύνη μετά μετριότητας. Είναι όπως λέγει ο Αριστοτέλης ” το παρά τον γεγραμμένον νόμον δίκαιον “. Ενώ δηλαδή το δίκαιον, ο θετικός νόμος, ο εκζητών την επιβολήν των προβλεπομένων κυρώσεων, είναι κάτι το απόλυτον και το αντικειμενικόν, η επιείκεια είναι κάτι το υποκειμενικόν και το σχετικόν προς το πρόσωπον, τον χαρακτήρα, την μόρφωσιν, τον μέχρι προ ολίγον βίον του, την ψυχολογικήν του κατάστασιν και τας ουν-θήκας υπό τας οποίας ευρέθη κατά την διά-πραξιν του αδικήματος.
Κατά ταύτα έκαστος αστυνομικός, ανεξαρτήτως βαθμού ή άλλης διακρίσεως, εφ’όσον διαθέτει εσωτερικήν καλλιέργειαν, ορθήν κρίσιν, υπακοήν εις τον νόμον, αλλά και σεβασμόν προς τον άνθρωπον, δύναται να ασκεί την αρετήν της επιεικείας επ’αγαθώ της δικαιοσύνης και των καλών σχέσεων εξουσίας και λαού. Βάσει των ως άνω λεχθέντων καταλήγομεν εις το συμπέρασμα, ότι η Αστυνομία ως αρχή αλλά και η άσκησις υπ’αυτής της πολυμόρφου αστυνομεύσεως είναι αναγκαία απαραίτητα και χρήσιμα γνωρίσματα πάσης ανθρωπινής κοινωνίας, ενώ η ορθή επιβολή των ποινών ή ο δίκαιος τρόπος εκτίσεως αυτών και η άσκησις της επιεικείας, καταξιώνουν τον αστυνομικόν ως παράγοντα της κοινωνίας και τον δικαιώνουν ενώπιον θεού και ανθρώπων.
Η τοπική Εκκλησία της Αλεξανδρουπόλεως, εξ αφορμής του παρόντος Συνεδρίου, απονέμει τον δίκαιον έπαινον και τας ευχαριστίας αυτής προς την Αστυνομίαν της περιοχής δια την εξαίρετον συνεργασίαν επ’αγαθώ απάντων των πολιτών, δια του Επισκόπου δε αυτής κατακλείει την παρουσαν Εισήγησιν, δια των προτροπών του Αποστόλου Παύλου προς απαντάς τους Χριστιανούς αδιακρίτως: “Αδελφοί, αποθώμεθα τα έργα του σκότους και ενδυσώ-μεθα τα όπλα του φωτός, ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν” και εν συνάψει, αδελφοί, πάντα ευσχημόνως και κατά τάξιν γινέσθω”.
Μετά το τέλος της ομιλίας του Σεβασμιωτάτου κ.κ. ΑΝΘΙΜΟΥ ακολούθησε δεξίωση στο Ξενοδοχείο ΑΣΤΕΡΑ της πόλεως με την παρουσία του Παναγιωτάτου Πατριάρχου κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, της ιεράς ακολουθίας του, των παραστάντων Μητροπολιτών, των αρχών της πόλεως, των συνέδρων και εκδρομέων.
Κατά τη διάρκεια της δεξιώσεως ο Παναγιώτατος απηύθυνε την ακόλουθη προσφώνηση:
“Ιερωτάτε Μητροπολίτα Αλεξανδρουπόλεως και αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ κύριε Άνθιμε, Ιερώτατοι αδελφοί Αρχιερείς, Εξοχώτατοι, Αγαπητά μέλη της Διεθνούς Ενώσεως Αστυνομικών, Τέκνα της Εκκλησίας προσφιλή, Είναι ωραίον να αναπολή τις την ιστορίαν των θεσμών.
Δια της μελέτης της ιστορίας της Αστυνομίας αφ’ενός μεν τέρπεται, εξερχόμενος της καθημερινότητας, αφ’ ετέρου δε διδάσκεται εκ του τρόπου κατά τον οποίον οι παλαιότεροι αντιμετώπιζαν τα προβλήματα της ευταξίας, πολλά των οποίων εμφανίζονται και σήμερον.
Ειδικώς είναι πολύ ενδιαφέρον να αναμνησθεί τις ότι ακόμη και αϊ ονομασίαι πολλών αστυνομικών υπηρεσιών, μας έχουν κληροδοτηθή από τας Αρχαίας Αθήνας, εις τας οποίας υπήρχον αγορανόμοι, αστυνόμοι, μετρονόμοι, σιτοφύλακες, αγρονόμοι, γυναικονόμοι, επιμεληταί των κρηνών, φύλακες των λιμένων και άλλοι άρχοντες επιφορτισμένοι με ειδικά αστυνομικά καθήκοντα. Παρόμοιοι βεβαίως άρχοντες υπήρχον και εις τας αλλάς πόλεις και συνέχισασν να υπάρχουν καθ’όλας τας εκάστοτε χιλιετίας με διάφορα ονόματα και καθήκοντα. Ακόμη και εις το Άγιον Όρος, πέραν της κρατικής αστυνομικής επιτηρήσεως, ασκεί σε ωρισμένα θέματα αστυνομικήν εποπτείαν η Ιερά Επιστασία.
Ταύτα μαρτυρούν πόσον αναγκαίος και χρήσιμος είναι ο θεσμός της Αστυνομίας και πόσον σημαντική είναι η προσφορά των καλών αστυνομικών. Διότι ακόμη και όταν δεν υπάρχει εγκληματική διάθεσις, η ρύθμισις της τάξεως απαιτεί το ρυθμίζον αυτήν όργανον.
Σήμερον δε τούτο γίνεται εντόνως αντιληπτόν με την ανάγκην ρυθμίσεως της κυκλοφορίας οχημάτων, πλοίων, αεροπλάνων, αλλά και πεζών. Συγχαίρομεν ολοκαρδίως τους αστυνομικούς, οι οποίοι μετά ζήλου και κόπου επιτυγχάνουν την ρύθμισιν της κοινωνικής ευταξίας, η οποία ενίοτε, ιδίως εις τας συγχρόνους μεγαλουπόλεις εμπερικλείει και σοβαρούς κινδύνους δι’αυτούς.
Εκφράζομεν την χαράν και ικανοποίησιν ημών διότι ευρισκόμεθα εν μέσω υμών, αγαπητοί αστυνομικοί. Πράγματι προσφέρετε σπουδαίον έργον εις τους συνανθρώπους σας και ασφαλώς καταβάλλετε προσπάθειαν να βελτιώνετε συνεχώς το επίπεδον των κοινωνικών υπηρεσιών σας.
Σας αξίζει δίκαιος έπαινος. Αξίζει να υπενθυμίσωμεν σχετικώς ότι η αρχαιολογική σκαπάνη έφερεν εις την επιφάνειαν εν τω Αμφιαραείω Ωρωπού Ψήφισμα δια του οποίου εστεφανώθη Πυθέας τις, επιμελητής κρηνών, δια την μετ’ αρετής, δικαιοσύνης και επιμελείας άσκησιν των καθηκόντων του. Ασφαλώς το αστυνομικόν σώμα περικλείει και σήμερον πολλούς Πυθέας, προς τους οποίους εκφράζομεν την ευγνωμοσύνην μας.
Όθεν, αναμιμνησκόμενοι του παρελθόντος και βλέποντες το παρόν, οραματιζόμεθα το απώτατον μέλλον, κατά το οποίον οι αστυνομικοί ως οι άγγελοι θα διευθύνουν, άγιοι πλέον οι ίδιοι, τους χορούς των αγίων, οι οποίοι θα δοξολογούν τον θεόν.
Πράγματι ο κόσμος επλάσθη υπό του θεού για την χαράν και τείνει προς την εκπλήρωσιν του σκοπού του, διερχόμενος βεβαίως μέσω πολλών συγκρούσεων και αντιθέσεων, δια να δοκιμασθή η θέλησις εκάστου και η αγάπη του προς το αγαθόν.
Ευχόμεθα εις όλους τους αγαπητούς αστυνομικούς ευχερή και αποτελεσματικήν επιτέλε-σιν των καθηκόντων αυτών, υγείαν μακροζωϊαν, αναγνώρισιν και τιμήν, αλλά και φιλάνθρωπον διάθεσιν και αίσθησιν της παρουσίας και της προστασίας του θεού εις την ζωήν των.
Είθε η προστασία των Αγίων Ταξιαρχών των αγγελικών δυνάμεων να σας σκέπη πάντοτε και η αγάπη, η χάρις και το έλεος του Καλού θεού να είναι πάντοτε μαζύ σας”.